Κυριακή 22 Μαΐου 2011

ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΛΥΡΑ-ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ-ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΣΑΝΑΣΙΔΗΣ







ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΟΡΓΑΝΟΠΟΙΟ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΛΥΡΑΣ


     Ολοκληρώνοντας το μάθημα «Ελληνικά μουσικά όργανα» για το έτος 2011 (Εαρινό εξάμηνο), εγώ και οι συμφοιτητές μου διαλέξαμε από έναν οργανοποιό (διαφορετικό ο καθένας) και του πήραμε μια συνέντευξη. Σκοπός αυτής της συνέντευξης ήταν να κατανοήσουμε πρώτον τη διαδικασία την οποία ακολουθούμε ώστε να έχει επιτυχία αυτό που θα κάνουμε, καθώς και να ερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται ένα όργανο, σε όλες του τις φάσεις. Εγώ επέλεξα να κάνω έρευνα πάνω στην κατασκευή της ποντιακής λύρας. Έκανα αυτή την επιλογή, αρχικά διότι είμαι στην καταγωγή Πόντιος, οπότε έχω και τα ανάλογα βιώματα αλλά και τον ήχο της λύρας χαραγμένο μέσα στην ψυχή μου. Ακόμη με βοήθησε η γνωριμία μου μ’ έναν γνωστό οργανοποιό του νομού Ημαθίας ο οποίος ήταν, τόσο πρόθυμος όσο και ιδιαίτερα εξυπηρετικός και κατατοπιστικός όσον αφορά την κατασκευή της Ποντιακής λύρας. Ο οργανοποιός για τον οποίο μιλάμε λέγεται Ανδρέας Τσανασίδης και κατάγεται από τον Τριπόταμο Βεροίας. Για να συγκεντρώσω τις κατάλληλες πληροφορίες χρησιμοποίησα ένα ερωτηματολόγιο και φυσικά, η συνέντευξη ηχογραφήθηκε. Επέλεξα τον τρόπο της ηχογράφησης έτσι ώστε να υπάρχει αμεσότητα στον διάλογο διότι οι ερωτήσεις ήταν πολλές κι επομένως τα στοιχεία τα οποία κατέγραψα αρκετά. Το ερωτηματολόγιο είχε σαν πρώτη ενότητα κάποιες ερωτήσεις όσον αφορά τη ζωή του οργανοποιού (οικογενειακή κατάσταση, τρόπος διαμονής, έγγαμος κλπ.). Έπειτα εστίασα στο πως έμαθε να κατασκευάζει αυτό το όργανο. Συνεχίζοντας κατέγραψα τι υλικά χρειάζεται για την κατασκευή και τι επεξεργασία χρειάζονται και τέλος, έγινε περιγραφή όλων των φάσεων για την ολοκλήρωση της κατασκευής.
    Πριν κάνω οποιαδήποτε κίνηση για τη συνέντευξη φρόντισα να εντοπίσω και να μελετήσω κάποιες οργανολογικές πηγές για το συγκεκριμένο όργανο, έτσι ώστε να έχω μια πρώτη επαφή με την όλη γεωμετρία του, κατασκευή του και τεχνική εκτέλεσής  του. Η μελέτη μου στηρίχτηκε σε δύο συγγράμματα. Το ένα είναι του Φοίβου Ανωγειανάκη «Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα» και το άλλο του Σταύρου Καρακάση «Ελληνικά μουσικά όργανα, Αρχαία, Βυζαντινά, Σύγχρονα». Και οι δύο μελετητές ήταν αρκετά κατατοπιστικοί όσον αφορά την κατασκευή και τον τρόπο παιξίματος του συγκεκριμένου οργάνου.
    Σε γενικές γραμμές δεν αντιμετώπισα καμιά δυσκολία στη διάρκεια της συνέντευξης. Τον ερωτώμενο τον γνώριζα ήδη, οπότε ήταν και πολύ εύκολο να τον πλησιάσω. Από την πρώτη στιγμή ένιωσα πολύ άνετα κι ελεύθερα μαζί του, οπότε η συνέντευξη μετατράπηκε σε μια πολύ εποικοδομητική συζήτηση όσον αφορά την Ποντιακή λύρα και την κατασκευή της. Οι απαντήσεις που έλαβα με κάλυψαν πλήρως και μάλιστα κάποιες απαντήσεις τις πήρα χωρίς καν να προλάβω να κάνω την αντίστοιχη ερώτηση. Επειδή όπως προανέφερα ο ερωτώμενος ήταν γνωστός, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης υπήρχαν στιγμές που ξεφεύγαμε από το θέμα, μιλώντας για διάφορες ιστορίες, οπότε έπρεπε να επαναφέρω τη συζήτηση εκεί που έπρεπε. Αν έκανα ξανά από την αρχή μια τέτοια συνέντευξη, θα φρόντιζα να καταγράψω εκτός από ακουστικό, και οπτικό υλικό που θα βοηθούσε στην κατανόηση όλων των φάσεων της κατασκευής.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

   Πως λέγεστε;
      Ανδρέας Τσανασίδης
   Έχετε κάποιο παρατσούκλι που σας φωνάζουν οι φίλοι;
      Ναι οι φίλοι με φωνάζουν «σταθεροποιητή».
   Πότε γεννηθήκατε και που;
      21 Ιουνίου του 1975 στον Τριπόταμο Βεροίας
   Που μένετε σήμερα;
      Τώρα μένω στη Βέροια με την οικογένειά μου (Θράκης 1-3, τηλ. 2331021636), παλιότερα έμενα στο χωριό και τώρα έχω το εργαστήριό μου εδώ.
   Οικογενειακή κατάσταση;
     Παντρεμένος με τρία παιδιά.
   Γραμματικές γνώσεις;
     Τελείωσα το Λύκειο και την τεχνική σχολή Ο.Α.Ε.Δ. με την ειδικότητα του τεχνίτη αμαξωμάτων-φανοποιού-βαφέα (σήμερα το αποκαλούν λαμαρινάς)
   Τραγουδάτε καθόλου; ή παίζετε λύρα;
     Τραγουδάω και παίζω στην παρέα, υπήρξαν και φορές που πήγα έπαιξα σε γάμους αλλά το αποφεύγω, όχι ότι δε μπορώ. Ξεκίνησα να μάθω να παίζω λύρα και μετά άρχισα να φτιάχνω. Όταν άρχισα να φτιάχνω ένας πολύ καλός μου φίλος λυράρης μου είπε «Άσε το παίξιμο, έχουμε λυράρηδες να μας παίξουν, κοίτα εσύ να μάθεις να φτιάχνεις». Ξέρω να παίζω καλά αλλά το χρησιμοποιώ περισσότερο για την κατασκευή, γιατί άμα δεν ξέρεις να παίζεις δε μπορείς να κατασκευάσεις. Αυτό ισχύει για όλα τα όργανα.
    Εξασκείτε κάποιο άλλο επάγγελμα εκτός απ’ αυτό;
     Το κύριό μου επάγγελμα τώρα είναι αυτό. Δούλευα 16 χρόνια στη Mercedes σα λαμαρινάς και παράλληλα έφτιαχνα λύρες. Το Σεπτέμβιο που μας πέρασε έφυγα οικειοθελώς.
    Για ποιο λόγο προτιμήσατε να φτιάξετε λύρα;
      Εγώ κατ’ αρχήν δεν είμαι καθ’ αυτού ποντιακής καταγωγής, είμαι μισός ντόπιος απ’ τη μητέρα μου.  Λύρα ξεκίνησα να παίζω σε μεγάλη ηλικία, στα 27 μου. Αρχικά πήγα κι έμαθα να χορεύω. Δεν είχα καμία σχέση με τα ποντιακά, ήμουν τελείως αστοιχείωτος και δεν τα ήθελα. Είχα πάει σ’ ένα Ποντιακό γάμο κι όλοι χορεύανε εκτός από ‘μένα, καθόμουν μόνος μου. Έτσι αποφάσισα να πάω να μάθω πέντε χορούς στοιχειωδώς. Πήγα στην Εύξεινο Λέσχη Βεροίας και σιγά σιγά μέσα σ’ ένα χρόνο , επειδή μ’ άρεσε πολύ, έγινα πρωτοχορευτής. Μετά όμως δεν επαναπαύτηκα, δεν αρκέστηκα μόνο στο χορό και είπα θα μάθω και λύρα. Στην  αρχή ζοριζόμουν κι έψαχνα και λύρα ν’ αγοράσω. Μπορεί να μην ήξερα να παίζω αλλά καταλάβαινα αν είναι καλή. Και μια μέρα νευρίασα και είπα «και τι είναι να κάνω μια λύρα εγώ». Αλλά από μικρό παιδί είχα σχέση με το πελέκημα του ξύλου. Όταν ήμουν πιο μικρός τα άλλα παιδιά παίζανε με τα συνηθισμένα παιχνίδια κι εγώ έπαιζα με τα ξύλα. Μ’ άρεζε να πηγαίνω στα μαραγκεία , να κάθομαι όλη μέρα και να κοιτάω πως τα φτιάχνουνε. Με το που είδα τη λύρα δηλαδή κατάλαβα πως πρέπει να την κάνω (σαν βάση, σαν αρχή).
    Υπάρχει κάποιος άλλος στην οικογένεια που κατασκευάζει ή κατασκεύαζε όργανα;
     Όχι δεν υπάρχει κανείς άλλος.
    Υπάρχουν ή υπήρχαν παλιότερα άλλοι οργανοποιοί στην περιοχή;
     Στην περιοχή έχει πολλούς οργανοποιούς, παππούδες κυρίως. Κι από πιο παλιά είχε.
    Πότε, από ποιον και πώς μάθατε να κατασκευάζετε λύρα;
     Δε μ’ έδειξε κανένας, μόνος έμαθα. Επειδή είχα σχέση από μικρός με τα ξύλα όπως είπαμε. Μ’ άρεσε τόσο πολύ αυτό και το έκανα με τόσο πάθος. Έχω αφιερώσει πολλές ώρες, με πολύ ζήλο.
    Είπαμε παραπάνω ότι παίζετε κι εσείς λύρα. Πόσο σας βοηθάει αυτό στην οργανοκατασκευή;
     Ναι όπως είπα, αν δεν ξέρεις να παίζεις δε μπορείς να κατασκευάσεις. Υπάρχουν οργανοποιοί στην Ελλάδα, όχι για λύρες αλλά και γι’ άλλα όργανα, που δεν ξέρουν να παίζουν και τα όργανα που φτιάχνουνε, κάποια είναι καλά μεν αλλά βγαίνουν κατά προσέγγιση. Το 50% της επιτυχίας είναι στο παίξιμο. Σχετικά, στην κατασκευή είναι εύκολο αυτό το όργανο, δεν έχει πολύπλοκα και σύνθετα σημεία. Αλλά όσο εύκολο κι αν φαίνεται στην κατασκευή, τόσο δύσκολο είναι (και το θεωρώ το δυσκολότερο) σε άλλα πράγματα.  Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει πατενταριστεί αυτό το όργανο κι ούτε πρόκειται. Γιατί μπορεί κανείς να κάνει ακριβώς δύο ίδια όργανα με τις ίδιες αποστάσεις και τα ίδια υλικά (με παχύμετρο και μικρόμετρο) και θα βγουν εντελώς διαφορετικά. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν είναι όργανο π.χ. όπως το βιολί, που έχει πατενταριστεί διότι δεν αλλάζει κούρδισμα, έχει στάνταρ χορδές και κούρδισμα. Στη λύρα το κούρδισμα αλλάζει συνεχώς.

    Μπορείτε να δώσετε τις διάφορες ονομασίες της λύρας και των μερών από τα οποία αποτελείται;
     Μόνο μία ονομασία υπάρχει και αυτή είναι «λύρα». Η λέξη κεμεντζές είναι περσική λέξη. Σημαίνει μικρό βιολάκι και συμβολίζει τα όργανα που παίζονται με δοξάρι. Η λύρα αποτελείται από το κεφάλι, το οποίο έχει τα κλειδιά πάνω, που κουρδίζεται. Στη συνέχεια έχουμε την ταστιέρα (τυφλό τάστο). Εμείς το ονομάζουμε γλώσσα ή γραβάτα ή σπαρέλ’. Κατεβαίνοντας έχουμε τον καβαλάρη ή αλλιώς γάιδαρο, γιατί φορτώνεται τις χορδές (τρείς). Έπειτα το παλικάρι στην κάτω πλευρά, που κανονικά λέγεται κορδοστάτης. Το λέμε παλικάρι γιατί κρατάει τις τρείς χορδές και πρέπει να είναι από ισχυρό ξύλο. Μετά είναι το καπάκι του οργάνου και το ηχείο. Έχει όργανα τα οποία τα φτιάχνεις κομματιαστά. Άλλο ξύλο το κεφάλι, άλλο το ηχείο κλπ. Κι έχει όργανα τα οποία είναι μονοκόμματα, που χρησιμοποιείς ένα μεγάλο κομμάτι ξύλο και το κάνεις ηχείο. Έπειτα οι χορδές. Δεν υπάρχει εργοστάσιο που κατασκευάζει χορδές για λύρα, τις υιοθετούμε από το βιολί. Οι χορδές που χρησιμοποιούμε είναι δύο Λα βιολιού και μια Σι κιθάρας και το όργανο κουρδίζει ΣΙ-ΜΙ-ΛΑ (4ες). Η πρώτη χορδή θεωρείται από τα αριστερά οπότε είναι ΛΑ-ΜΙ-ΣΙ. Δεν είναι όμως απόλυτο να χρησιμοποιείς χορδές βιολιού. Μπορείς να χρησιμοποιήσεις κι από άλλα όργανα. Το σημαντικότερο στην κατασκευή της λύρας είναι αυτό που αποκαλούμε «ψυχή». Ψυχή είναι ένα κομμάτι ξύλου που το τοποθετούμε κάτω από την πρώτη χορδή στην αριστερή εσοχή (κάτω απ’ το καπάκι), από τη μεριά των ψιλών συχνοτήτων δηλαδή. Για την ακρίβεια είναι ένας αγωγός μεταφοράς παλμικών δονήσεων. Οι παλμικές δονήσεις των χορδών μεταφέρονται στον καβαλάρη, κι απ’ τον καβαλάρη μέσω της ψυχής μέσα στο ηχείο για να μπορέσει να ενισχυθεί ο ήχος. Ακόμη χρησιμοποιούμε πλέον μηχανικά κλειδιά (πίσω από το κεφάλι), τα οποία τα δανειζόμαστε από κιθάρες, μπουζούκια κλπ. Επίσης, στο κάτω μέρος του οργάνου (που ακουμπάει στο πόδι ή στην καρέκλα όταν παίζεις) χρησιμοποιείς μια καβίλια για να στηρίξεις τον καρδοστάτη με κάποιο νήμα ή κάποιο έλασμα. Τέλος έχουμε το δοξάρι το οποίο  θεωρούμε ότι είναι το τιμόνι της λύρας. Το δοξάρι είναι το άλφα και το ωμέγα. Και όσον αφορά τον ήχο που βγαίνει αλλά και σε πολλά άλλα. Πολλοί δεν το δίνουν σημασία αλλά είναι επιστήμη.

    Τι ξύλα χρησιμοποιείται  για κάθε μέρος του οργάνου και τι ιδιότητες πρέπει να έχουν;  Που τα βρίσκετε;
     Τα ξύλα που χρησιμοποιούμε για να φτιάξουμε λύρα είναι το έλατο, ο έβενος, το άγριο δαμάσκηνο, η σφενδάμη-κελεμπέκι, το κέδρο και η μουριά. Γενικά όλα τα ξύλα γίνονται λύρα αλλά συνήθως προτιμούμε αυτά. Το μόνο ξύλο που αγοράζω είναι υψηλής ποιότητας έλατο (ισόβενο) το οποίο δεν υπάρχει στην Ελλάδα και προέρχεται από Βόρειες χώρες. Το χρησιμοποιώ για να φτιάξω το καπάκι. Τα ξύλα τα κόβω αυστηρά ο ίδιος. Όλο το μυστικό είναι η επεξεργασία του ξύλου (στην προεργασία που θα κάνεις στα ξύλα). Δεν προμηθεύομαι ξύλα από πουθενά, πάω μόνος μου και τα κόβω. Επιλέγω τα ξύλα. Παίζει μεγάλο ρόλο ο τρόπος με τον οποίο μεγάλωσε το δέντρο. Που ζούσε δηλαδή, το μικροκλίμα του. Αν ήταν προσήλιο, ξερικό, σε τι έδαφος μεγάλωσε. Προτιμώ να είναι πάνω σε πέτρες φυτρωμένο, να είναι βασανισμένο, γιατί μεγαλώνει αργά και η μοριακή διάταξή του μέσα είναι πιο σφιχτή, πιο συμπαγής. Έχει καλύτερη ακουστική, καλύτερες παλμικές δονήσεις, είναι πιο ατσαλωμένο. Θέλω ξύλα που να μην  είναι όλκιμα κι ελατά, να μην είναι ξύλα που λυγάνε. Το όργανο όταν παίζεις δονείται. Θέλουμε το ξύλο να μην απορροφάει τους κραδασμούς, γι’ αυτό και δεν επιλέγουμε μαλακά ξύλα. Θέλουμε να ταλαντώνεται το ξύλο μαζί με τις χορδές (ατσαλοειδή ξύλα). Να συντονίζεται το όργανο. Τώρα τι ξύλα χρησιμοποιώ σε κάθε μέρος του οργάνου όταν μιλάμε για ένα κομματιαστό όργανο. Στην ταστιέρα και τον κορδοστάτη χρησιμοποιώ έβενο, γιατί δέχονται μεγάλες δυνάμεις κι ο έβενος είναι ανθεκτικό ξύλο. Το ίδιο ξύλο χρησιμοποιώ και στα κλειδιά όταν δεν τα κάνω μηχανικά, αλλά παραδοσιακά. Στο καπάκι είπαμε ότι χρησιμοποιώ ισόβενο. Στα υπόλοιπα μέρη χρησιμοποιώ τα ξύλα που είπαμε στην αρχή. Στο δοξάρι τώρα, χρησιμοποιούμε πάλι ξύλο το οποίο είναι ατσαλοειδές (γερό και σφιχτό), ελαφρύ κι ανθεκτικό. Συνήθως είναι οξιά, σφενδάμη, έλατο και λεύκα. Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ξεραίνω τα ξύλα. Όλο το μυστικό για μια πετυχημένη λύρα είναι το ξέραμα των ξύλων. Ο κάθε οργανοποιός έχει τον δικό του τρόπο να το κάνει και θεωρώ ότι είναι προσωπικός.

    Περιγραφή των διαφόρων φάσεων για την κατασκευή του οργάνου.
      Αφού ξεράνουμε τα ξύλα (μιλάμε πάντα για ένα κομματιαστό όργανο) κόβουμε τις πλευρές του οργάνου, τα κομμάτια του οργάνου. Το κεφάλι για παράδειγμα, μετά τις πλευρές απ’ το ηχείο, το κάτω σημείο του οργάνου. Το κάτω σημείο με το κεφάλι έχουν το ίδιο ξύλο. Τις πλευρές τις κόβουμε φέτες. Αφού τα κάνουμε κατάλληλη προεργασία (πόσα χιλιοστά τα θέλουμε, τριμμένα), τότε αρχίζουμε το μοντάρισμα. Τα χιλιοστά είναι κατά προσέγγιση, όχι στάνταρ (κοντά στα 4 χιλιοστά). Τοποθετούμε κόλλα και αρχίζουμε. Πρώτα κολλάμε το κεφάλι στην πλάτη του οργάνου. Μετά κολλάμε το κάτω σημείο κι ύστερα τις πλευρές. Αφού φτιάξουμε το ηχείο δημιουργούμε υποδομή για να κολλήσουμε το καπάκι. Το κολλάμε και το δίνουμε μια κλίση (μια καμπύλη), με φινίρισμα εννοείται, με γυαλόχαρτα, λίμες κλπ. Αρχίζουμε μετά να κάνουμε τις τρύπες, τις οπές του οργάνου βάσει σχεδίου που έχουμε. Φτιάχνουμε τις τρύπες για τα κλειδιά(πάνω), αφού ανοίξουμε πίσω στο κεφάλι μια μεγάλη τρύπα με τρυπάνι και σκαρπέλα χειρός. Κατασκευάζουμε τα κλειδιά. Τα κάνουμε στον τόρνο και στο χέρι. Τα διαμορφώνουμε αναλόγως τη μορφή που θέλουμε να τα δώσουμε. Φτιάχνουμε και το παλικάρι. Ανοίγουμε κι εκεί τρείς μικρές τρύπες για να περάσουν οι χορδές (με πολύ ψιλό τρυπανάκι). Αφού βάλουμε το καπάκι κι έχουμε ανοίξει τις τρείς οπές (ρουθούνια), μετά φτιάχνουμε τις τρείς τρύπες για τα’ αυτιά, τις τρείς τρύπες για να βγουν οι χορδές, ανοίγουμε το κεφάλι, κολλάμε την ταστιέρα και μετά μοντάρουμε. Βάζουμε τα κλειδιά, τον καβαλάρη και περνάμε την ψυχή η οποία κοντράρει στην πλάτη και στο καπάκι. Χωρίς την ψυχή το όργανο είναι «πεθαμένο». Βάζουμε τις χορδές κι αφού τελειώσουμε, δοκιμάζουμε και κάνουμε τα’ απαραίτητα διορθώματα. Πρέπει να ρεγουλάρεις το όργανο ώστε να το φέρεις στο μέγιστο βαθμό απόδοσής του. Αυτό γίνεται μετακινώντας τον καβαλάρη και την ψυχή, και τρίβοντας το καπάκι. Φτιάχνεις την απόσταση από τις χορδές στην ταστιέρα έτσι ώστε το όργανο να μην είναι ούτε πολύ μαλακό ούτε πολύ σκληρό(τρώγοντας τον καβαλάρη). Η απόσταση του καβαλάρη με το κεφάλι είναι συγκεκριμένη, 32-33 πόντους. Γενικά όλες οι τρύπες του οργάνου έχουν συγκεκριμένη απόσταση (σ’ όλες τις λύρες το ίδιο). Η απόσταση του κορδοστάτη από τις χορδές δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 6 πόντους, ούτε να είναι κάτω από 3. Έχει να κάνει με τον εφελκυσμό της χορδής. Συνολικά το όργανο έχει 12 οπές. Τέλος, το δοξάρι. Αποτελείται από το στέλεχος (το ξύλο). Οι τρίχες είναι από ουρά αλόγου. Τις φυτεύουμε στη μύτη του δοξαριού με μια σφήνα (ξύλο) και με κόλλα. Μετά φτιάχνουμε το χερούλι. Το χερούλι το φτιάχνεις με μια λωρίδα πανιού τυλιγμένη (για να είναι μαλακό), και το εξωτερικό μέρος είναι δέρμα. Είναι σαν αφρολέξ. Έπειτα δένεις την τρίχα μέσα στο πανί χρησιμοποιώντας και κόλλα. Δε θέλουμε οι τρίχες να είναι πολύ τεντωμένες όπως στο βιολί. Πρέπει να είναι λίγο τεντωμένες. Διαμορφώνουμε τις τρίχες έτσι ώστε να είναι «πλακέ», για να πιάνουν όσο γίνεται περισσότερες τρίχες επάνω στις χορδές. Ακόμη έχει σημασία και η κατανομή βάρους του δοξαριού. Το κέντρο βάρους δεν πρέπει να είναι στο κέντρο του δοξαριού αλλά λίγο κοντά στο χέρι.  Όχι πολύ κοντά όμως. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουμε να είναι σταθερό και να μη «χοροπηδάει» πάνω στις χορδές.

    Τι εργαλεία χρησιμοποιείτε κατά τη διάρκεια της κατασκευής;

     Τα εργαλεία που χρησιμοποιώ είναι τα εξής:
1.Νιστέρι-φαλτσέτα
2. Διάφορα κοπίδια για να πελεκάς το ξύλο


    
    
3. Γυαλόχαρτα
4. Λίμες ξύλου
   
    
5. Κορδέλα (κόβει και δίνει σχήμα στο ξύλο)
  
  6. Τριβείο Ιμάντα
  

7. Πλάνη-Ξεχονδριστήρας (κάνει λείο το ξύλο)

8. Τόρνος για τα κλειδιά

9. Ταπογυαλοχαρτιέρα

10. Σταθερό Δράπανο (για μεγάλες τρύπες)



    Τι κόλλες χρησιμοποιείτε;
      Χρησιμοποιώ ξυλόκολλα. Ότι καλύτερο υπάρχει στην αγορά. Χρησιμοποιώ μια κόλλα από Αγγλία που θεωρώ ότι είναι η καλύτερη. Σ’ ένα κομματιαστό όργανο η κόλλα δεν πρέπει να δημιουργεί μόνωση αλλά να είναι σκληρή.

   Ποιόν τρόπο χρησιμοποιείτε για να δέσετε το όργανο ώστε να κολλήσει;
    Βάζω κόλλα και σφίγγω τα κομμάτια με το μαραγκοσφυχτήρα.

   Βάφετε ή βάφατε παλιότερα κάποια τμήματα του οργάνου; Με ποιόν τρόπο;
     Το όργανο το βάφω αφού το μοντάρω και πριν το ρεγουλάρω. Χρησιμοποιώ υδατοδιάλυτα χρώματα. Το βάψιμο γίνεται σε δύο στάδια. Στο 1ο στάδιο βάφω τα κομμάτια που θέλω με το χέρι (χρησιμοποιώντας σφουγγάρι, όχι πινέλο).Κατά το 2ο στάδιο περνάω ένα λούστρο με πιστόλι το οποίο δημιουργεί μια επίστρωση προστασίας.

   Χρησιμοποιείται και γομαλάκα;
     Και γομαλάκα χρησιμοποιώ (με βαμβάκι όμως). Η βερνίκι ή γομαλάκα. Απλά τώρα υπάρχουν βερνίκια πολύ καλύτερα από τη γομαλάκα, πιο ανθεκτικά γι’ αυτό και χρησιμοποιώ βερνίκι. Αν θέλω να το κάνω πιο «παραδοσιακό» το όργανο περνάω γομαλάκα. Βερνίκι περνάς μετά το βάψιμο. Γομαλάκα μπορείς να περάσεις και χωρίς να το βάψεις. Το καπάκι δεν το βάφεις, το τρίβεις.

   Πόσο χρόνο παίρνει η κατασκευή του οργάνου;
     Αν κάνω τις εργασίες τη μία μετά από την άλλη θα μου πάρει 14 ώρες. Δεν το κάνω ποτέ όμως αυτό γιατί κάποια πράγματα πρέπει να κάτσουν. Όταν για παράδειγμα κολλάνε τα κομμάτια το όργανο πρέπει να κάτσει έτσι ώστε να εκμηδενιστούν οι τάσεις του ξύλου. Μιλάμε για όργανο, όχι για έπιπλο. Δεν είναι ένα άψυχο πράγμα. Επίσης παίζει μεγάλο ρόλο η ψυχολογία που θα έχει ο οργανοποιός όταν θα φτιάχνει το όργανο. Αυτό έχει αντίκτυπο στο πόσο καλό θα βγει το όργανο.

   Ποια είναι η ετήσια παραγωγή σας;
      Ετησίως φτιάχνω γύρω στα 50 όργανα.

   Πόσο πουλάτε;
     Τώρα πουλάω πιο πολύ γιατί παλιότερα δεν ήταν η κύρια δουλειά μου. Δε μου μένει καμιά λύρα πάντως.

   Ασχολείστε με το τουριστικό εμπόριο;
     Όχι δε φτιάχνω λύρες διακοσμητικές. Φτιάχνω όργανα μόνο για παίκτες. Τα όργανά μου όμως δε διαφέρουν σαν κατασκευή πολύ μεταξύ τους. Το κύριο μέρος της λύρας είναι το ίδιο είτε προορίζεται για έναν αρχάριο είτε για ένα επαγγελματία. Ο ήχος ας πούμε είναι ο ίδιος. Απλά σε έναν επαγγελματία βάζω κάψα, μηχανικά κλειδιά κλπ.

   Διακοσμείτε τα όργανα που φτιάχνετε; Τα υπογράφετε;
    Η διακόσμηση που χρησιμοποιώ είναι η παραδοσιακή. Από κει και πέρα εάν ο πελάτης ζητήσει κάτι συγκεκριμένο το κάνω. Όσον αφορά την υπογραφή, όχι δεν υπογράφω τα όργανά μου κι ίσως αυτό να είναι λάθος, αλλά όσοι ξέρουν από λύρες καταλαβαίνουν τα όργανά μου μόλις τα δουν κατ’ ευθείαν.

   Επισκευάζετε τα όργανα; Πόσο κοστίζει;
    Ναι φυσικά επισκευάζω. Η επισκευή είναι μια μίνι ανακατασκευή του οργάνου. Μπορεί κάποιες φορές να κοστίσει όσο το μισό του συνολικού κόστους μιας λύρας.

   Το εργαστήριο του ερωτούμενου ήταν ένα παλιό σπίτι στον Τριπόταμο Βεροίας. Το χρησιμοποιεί καθαρά σαν εργαστήριο. Είναι υπερσύγχρονο (ίντερνετ, μηχανήματα, θέρμανση) κι ευρύχωρο.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.     Ανωγειανάκης Φ., 1991, Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα (Αθήνα: Μέλισσα)
2.     Σταύρος Καρακάσης., 1970 Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα (Αθήνα: Δίφρος)

6 σχόλια:

  1. καλη ειναι η λυρα σου πολυ καλη αλλα αυτο με το τοξαρι ξανασκεψου το δεν αρμοζει σε εναν επαγγελματια να το δινει χωρια κ να το χρεωνει παραπανω. ειναι δυνατον να παρουμε τη λυρα απο σενα κ το τοξαρ απο αλλου?? μια τιμη και για τα δυο μαζι....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΕΝΑ ΘΑ ΠΩ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΑΚΟΥΕΙ.ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΔΩΣΩ 400 ΕΥΡΟ ΓΙΑ ΜΟΥΦΑ ΛΥΡΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΤΑ ΠΕΤΑΞΩ. Ο ΝΟΩΝ ΝΟΕΙΤΟ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δηλαδή πιστεύεις ότι δεν κάνει καλά όργανα ο Ανδρέας; Εγώ έχω ακούσει τα καλύτερα από όλους, από Χαλκίδη, Τσαχουρίδη. Πως το εξηγείς;

      Διαγραφή
  3. Ο καλύτερος κατασκευαστής ποντιακής λύρας. 1ον δεν υπάρχει επαγγελματίας λυράρης που να μην έχει λύρα του Τσανασίδη. 2ον 400 € είναι λίγα για ένα τέτοιο όργανο. 3ον οποιος λέει οτι δεν παίζουν οι λύρες του συγγνώμη αλλά δεν ξέρει να παίζει. Τα όργανα του έχουν σκάσιμο όταν παίζεις δηλαδή όσο πατάς το τοξάρι τόσο ακούει το όργανο. Έτσι παίζουν οι ποντιακές λύρες και εκεί φαίνεται η μαγκιά των οργάνων. Και όποια λύρα σας δεν παίζει όχι μονο την κάνει να παίξει αλλά παθαίνεις και εγκεφαλικό όταν την ακούς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Δεν υπάρχει καλύτερος κατασκευαστής!
    Ο Άνθρωπος είναι επιστήμονας που αγαπά την τέχνη και νιώθει την κατασκευή του λες και είναι τέκνο του. Είναι πολύ ενθουσιασμένος όταν δουλευει και πλούσιος σε εμπειρία.
    Δεν είναι απλά μαραγκός, καταφέρνει να δίνει το όργανο χαρακτήρα και ψυχή.
    Μιλάω επειδή έζησα και ζω τωρα 35 χρόνια κατασκευαστές και λυριντσιδες.
    Είμαι έμπειρος και έχω ιδέα.
    Όποιος βέβαια δυσκολεύεται στην τιμή μπορει να ψωνίσει σε πανηγύρι, βασικά το θέμα τιμής το συζητάνε μόνο αυτή που δεν βλέπουν, ακούν και νιώθουν την διαφορά.
    Ο Άνθρωπος προσφέρει ποιότητα για μία ζωή. Δεν φτιάχνει όργανα για βιτρίνα κτλ.
    Δείτε πόσο έχει ένα εμπορικό μέτριο μπουζούκι η βιολί.
    Τα όργανα το Ανδρέα είναι κορυφές γι'αυτό δεν πρέπει να κάνει ίδιος του διαφήμιση.
    Παρακαλώ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή