Κυριακή 22 Μαΐου 2011

ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΛΥΡΑ-ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ-ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΣΑΝΑΣΙΔΗΣ







ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΟΡΓΑΝΟΠΟΙΟ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΛΥΡΑΣ


     Ολοκληρώνοντας το μάθημα «Ελληνικά μουσικά όργανα» για το έτος 2011 (Εαρινό εξάμηνο), εγώ και οι συμφοιτητές μου διαλέξαμε από έναν οργανοποιό (διαφορετικό ο καθένας) και του πήραμε μια συνέντευξη. Σκοπός αυτής της συνέντευξης ήταν να κατανοήσουμε πρώτον τη διαδικασία την οποία ακολουθούμε ώστε να έχει επιτυχία αυτό που θα κάνουμε, καθώς και να ερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται ένα όργανο, σε όλες του τις φάσεις. Εγώ επέλεξα να κάνω έρευνα πάνω στην κατασκευή της ποντιακής λύρας. Έκανα αυτή την επιλογή, αρχικά διότι είμαι στην καταγωγή Πόντιος, οπότε έχω και τα ανάλογα βιώματα αλλά και τον ήχο της λύρας χαραγμένο μέσα στην ψυχή μου. Ακόμη με βοήθησε η γνωριμία μου μ’ έναν γνωστό οργανοποιό του νομού Ημαθίας ο οποίος ήταν, τόσο πρόθυμος όσο και ιδιαίτερα εξυπηρετικός και κατατοπιστικός όσον αφορά την κατασκευή της Ποντιακής λύρας. Ο οργανοποιός για τον οποίο μιλάμε λέγεται Ανδρέας Τσανασίδης και κατάγεται από τον Τριπόταμο Βεροίας. Για να συγκεντρώσω τις κατάλληλες πληροφορίες χρησιμοποίησα ένα ερωτηματολόγιο και φυσικά, η συνέντευξη ηχογραφήθηκε. Επέλεξα τον τρόπο της ηχογράφησης έτσι ώστε να υπάρχει αμεσότητα στον διάλογο διότι οι ερωτήσεις ήταν πολλές κι επομένως τα στοιχεία τα οποία κατέγραψα αρκετά. Το ερωτηματολόγιο είχε σαν πρώτη ενότητα κάποιες ερωτήσεις όσον αφορά τη ζωή του οργανοποιού (οικογενειακή κατάσταση, τρόπος διαμονής, έγγαμος κλπ.). Έπειτα εστίασα στο πως έμαθε να κατασκευάζει αυτό το όργανο. Συνεχίζοντας κατέγραψα τι υλικά χρειάζεται για την κατασκευή και τι επεξεργασία χρειάζονται και τέλος, έγινε περιγραφή όλων των φάσεων για την ολοκλήρωση της κατασκευής.
    Πριν κάνω οποιαδήποτε κίνηση για τη συνέντευξη φρόντισα να εντοπίσω και να μελετήσω κάποιες οργανολογικές πηγές για το συγκεκριμένο όργανο, έτσι ώστε να έχω μια πρώτη επαφή με την όλη γεωμετρία του, κατασκευή του και τεχνική εκτέλεσής  του. Η μελέτη μου στηρίχτηκε σε δύο συγγράμματα. Το ένα είναι του Φοίβου Ανωγειανάκη «Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα» και το άλλο του Σταύρου Καρακάση «Ελληνικά μουσικά όργανα, Αρχαία, Βυζαντινά, Σύγχρονα». Και οι δύο μελετητές ήταν αρκετά κατατοπιστικοί όσον αφορά την κατασκευή και τον τρόπο παιξίματος του συγκεκριμένου οργάνου.
    Σε γενικές γραμμές δεν αντιμετώπισα καμιά δυσκολία στη διάρκεια της συνέντευξης. Τον ερωτώμενο τον γνώριζα ήδη, οπότε ήταν και πολύ εύκολο να τον πλησιάσω. Από την πρώτη στιγμή ένιωσα πολύ άνετα κι ελεύθερα μαζί του, οπότε η συνέντευξη μετατράπηκε σε μια πολύ εποικοδομητική συζήτηση όσον αφορά την Ποντιακή λύρα και την κατασκευή της. Οι απαντήσεις που έλαβα με κάλυψαν πλήρως και μάλιστα κάποιες απαντήσεις τις πήρα χωρίς καν να προλάβω να κάνω την αντίστοιχη ερώτηση. Επειδή όπως προανέφερα ο ερωτώμενος ήταν γνωστός, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης υπήρχαν στιγμές που ξεφεύγαμε από το θέμα, μιλώντας για διάφορες ιστορίες, οπότε έπρεπε να επαναφέρω τη συζήτηση εκεί που έπρεπε. Αν έκανα ξανά από την αρχή μια τέτοια συνέντευξη, θα φρόντιζα να καταγράψω εκτός από ακουστικό, και οπτικό υλικό που θα βοηθούσε στην κατανόηση όλων των φάσεων της κατασκευής.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

   Πως λέγεστε;
      Ανδρέας Τσανασίδης
   Έχετε κάποιο παρατσούκλι που σας φωνάζουν οι φίλοι;
      Ναι οι φίλοι με φωνάζουν «σταθεροποιητή».
   Πότε γεννηθήκατε και που;
      21 Ιουνίου του 1975 στον Τριπόταμο Βεροίας
   Που μένετε σήμερα;
      Τώρα μένω στη Βέροια με την οικογένειά μου (Θράκης 1-3, τηλ. 2331021636), παλιότερα έμενα στο χωριό και τώρα έχω το εργαστήριό μου εδώ.
   Οικογενειακή κατάσταση;
     Παντρεμένος με τρία παιδιά.
   Γραμματικές γνώσεις;
     Τελείωσα το Λύκειο και την τεχνική σχολή Ο.Α.Ε.Δ. με την ειδικότητα του τεχνίτη αμαξωμάτων-φανοποιού-βαφέα (σήμερα το αποκαλούν λαμαρινάς)
   Τραγουδάτε καθόλου; ή παίζετε λύρα;
     Τραγουδάω και παίζω στην παρέα, υπήρξαν και φορές που πήγα έπαιξα σε γάμους αλλά το αποφεύγω, όχι ότι δε μπορώ. Ξεκίνησα να μάθω να παίζω λύρα και μετά άρχισα να φτιάχνω. Όταν άρχισα να φτιάχνω ένας πολύ καλός μου φίλος λυράρης μου είπε «Άσε το παίξιμο, έχουμε λυράρηδες να μας παίξουν, κοίτα εσύ να μάθεις να φτιάχνεις». Ξέρω να παίζω καλά αλλά το χρησιμοποιώ περισσότερο για την κατασκευή, γιατί άμα δεν ξέρεις να παίζεις δε μπορείς να κατασκευάσεις. Αυτό ισχύει για όλα τα όργανα.
    Εξασκείτε κάποιο άλλο επάγγελμα εκτός απ’ αυτό;
     Το κύριό μου επάγγελμα τώρα είναι αυτό. Δούλευα 16 χρόνια στη Mercedes σα λαμαρινάς και παράλληλα έφτιαχνα λύρες. Το Σεπτέμβιο που μας πέρασε έφυγα οικειοθελώς.
    Για ποιο λόγο προτιμήσατε να φτιάξετε λύρα;
      Εγώ κατ’ αρχήν δεν είμαι καθ’ αυτού ποντιακής καταγωγής, είμαι μισός ντόπιος απ’ τη μητέρα μου.  Λύρα ξεκίνησα να παίζω σε μεγάλη ηλικία, στα 27 μου. Αρχικά πήγα κι έμαθα να χορεύω. Δεν είχα καμία σχέση με τα ποντιακά, ήμουν τελείως αστοιχείωτος και δεν τα ήθελα. Είχα πάει σ’ ένα Ποντιακό γάμο κι όλοι χορεύανε εκτός από ‘μένα, καθόμουν μόνος μου. Έτσι αποφάσισα να πάω να μάθω πέντε χορούς στοιχειωδώς. Πήγα στην Εύξεινο Λέσχη Βεροίας και σιγά σιγά μέσα σ’ ένα χρόνο , επειδή μ’ άρεσε πολύ, έγινα πρωτοχορευτής. Μετά όμως δεν επαναπαύτηκα, δεν αρκέστηκα μόνο στο χορό και είπα θα μάθω και λύρα. Στην  αρχή ζοριζόμουν κι έψαχνα και λύρα ν’ αγοράσω. Μπορεί να μην ήξερα να παίζω αλλά καταλάβαινα αν είναι καλή. Και μια μέρα νευρίασα και είπα «και τι είναι να κάνω μια λύρα εγώ». Αλλά από μικρό παιδί είχα σχέση με το πελέκημα του ξύλου. Όταν ήμουν πιο μικρός τα άλλα παιδιά παίζανε με τα συνηθισμένα παιχνίδια κι εγώ έπαιζα με τα ξύλα. Μ’ άρεζε να πηγαίνω στα μαραγκεία , να κάθομαι όλη μέρα και να κοιτάω πως τα φτιάχνουνε. Με το που είδα τη λύρα δηλαδή κατάλαβα πως πρέπει να την κάνω (σαν βάση, σαν αρχή).
    Υπάρχει κάποιος άλλος στην οικογένεια που κατασκευάζει ή κατασκεύαζε όργανα;
     Όχι δεν υπάρχει κανείς άλλος.
    Υπάρχουν ή υπήρχαν παλιότερα άλλοι οργανοποιοί στην περιοχή;
     Στην περιοχή έχει πολλούς οργανοποιούς, παππούδες κυρίως. Κι από πιο παλιά είχε.
    Πότε, από ποιον και πώς μάθατε να κατασκευάζετε λύρα;
     Δε μ’ έδειξε κανένας, μόνος έμαθα. Επειδή είχα σχέση από μικρός με τα ξύλα όπως είπαμε. Μ’ άρεσε τόσο πολύ αυτό και το έκανα με τόσο πάθος. Έχω αφιερώσει πολλές ώρες, με πολύ ζήλο.
    Είπαμε παραπάνω ότι παίζετε κι εσείς λύρα. Πόσο σας βοηθάει αυτό στην οργανοκατασκευή;
     Ναι όπως είπα, αν δεν ξέρεις να παίζεις δε μπορείς να κατασκευάσεις. Υπάρχουν οργανοποιοί στην Ελλάδα, όχι για λύρες αλλά και γι’ άλλα όργανα, που δεν ξέρουν να παίζουν και τα όργανα που φτιάχνουνε, κάποια είναι καλά μεν αλλά βγαίνουν κατά προσέγγιση. Το 50% της επιτυχίας είναι στο παίξιμο. Σχετικά, στην κατασκευή είναι εύκολο αυτό το όργανο, δεν έχει πολύπλοκα και σύνθετα σημεία. Αλλά όσο εύκολο κι αν φαίνεται στην κατασκευή, τόσο δύσκολο είναι (και το θεωρώ το δυσκολότερο) σε άλλα πράγματα.  Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει πατενταριστεί αυτό το όργανο κι ούτε πρόκειται. Γιατί μπορεί κανείς να κάνει ακριβώς δύο ίδια όργανα με τις ίδιες αποστάσεις και τα ίδια υλικά (με παχύμετρο και μικρόμετρο) και θα βγουν εντελώς διαφορετικά. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν είναι όργανο π.χ. όπως το βιολί, που έχει πατενταριστεί διότι δεν αλλάζει κούρδισμα, έχει στάνταρ χορδές και κούρδισμα. Στη λύρα το κούρδισμα αλλάζει συνεχώς.

    Μπορείτε να δώσετε τις διάφορες ονομασίες της λύρας και των μερών από τα οποία αποτελείται;
     Μόνο μία ονομασία υπάρχει και αυτή είναι «λύρα». Η λέξη κεμεντζές είναι περσική λέξη. Σημαίνει μικρό βιολάκι και συμβολίζει τα όργανα που παίζονται με δοξάρι. Η λύρα αποτελείται από το κεφάλι, το οποίο έχει τα κλειδιά πάνω, που κουρδίζεται. Στη συνέχεια έχουμε την ταστιέρα (τυφλό τάστο). Εμείς το ονομάζουμε γλώσσα ή γραβάτα ή σπαρέλ’. Κατεβαίνοντας έχουμε τον καβαλάρη ή αλλιώς γάιδαρο, γιατί φορτώνεται τις χορδές (τρείς). Έπειτα το παλικάρι στην κάτω πλευρά, που κανονικά λέγεται κορδοστάτης. Το λέμε παλικάρι γιατί κρατάει τις τρείς χορδές και πρέπει να είναι από ισχυρό ξύλο. Μετά είναι το καπάκι του οργάνου και το ηχείο. Έχει όργανα τα οποία τα φτιάχνεις κομματιαστά. Άλλο ξύλο το κεφάλι, άλλο το ηχείο κλπ. Κι έχει όργανα τα οποία είναι μονοκόμματα, που χρησιμοποιείς ένα μεγάλο κομμάτι ξύλο και το κάνεις ηχείο. Έπειτα οι χορδές. Δεν υπάρχει εργοστάσιο που κατασκευάζει χορδές για λύρα, τις υιοθετούμε από το βιολί. Οι χορδές που χρησιμοποιούμε είναι δύο Λα βιολιού και μια Σι κιθάρας και το όργανο κουρδίζει ΣΙ-ΜΙ-ΛΑ (4ες). Η πρώτη χορδή θεωρείται από τα αριστερά οπότε είναι ΛΑ-ΜΙ-ΣΙ. Δεν είναι όμως απόλυτο να χρησιμοποιείς χορδές βιολιού. Μπορείς να χρησιμοποιήσεις κι από άλλα όργανα. Το σημαντικότερο στην κατασκευή της λύρας είναι αυτό που αποκαλούμε «ψυχή». Ψυχή είναι ένα κομμάτι ξύλου που το τοποθετούμε κάτω από την πρώτη χορδή στην αριστερή εσοχή (κάτω απ’ το καπάκι), από τη μεριά των ψιλών συχνοτήτων δηλαδή. Για την ακρίβεια είναι ένας αγωγός μεταφοράς παλμικών δονήσεων. Οι παλμικές δονήσεις των χορδών μεταφέρονται στον καβαλάρη, κι απ’ τον καβαλάρη μέσω της ψυχής μέσα στο ηχείο για να μπορέσει να ενισχυθεί ο ήχος. Ακόμη χρησιμοποιούμε πλέον μηχανικά κλειδιά (πίσω από το κεφάλι), τα οποία τα δανειζόμαστε από κιθάρες, μπουζούκια κλπ. Επίσης, στο κάτω μέρος του οργάνου (που ακουμπάει στο πόδι ή στην καρέκλα όταν παίζεις) χρησιμοποιείς μια καβίλια για να στηρίξεις τον καρδοστάτη με κάποιο νήμα ή κάποιο έλασμα. Τέλος έχουμε το δοξάρι το οποίο  θεωρούμε ότι είναι το τιμόνι της λύρας. Το δοξάρι είναι το άλφα και το ωμέγα. Και όσον αφορά τον ήχο που βγαίνει αλλά και σε πολλά άλλα. Πολλοί δεν το δίνουν σημασία αλλά είναι επιστήμη.

    Τι ξύλα χρησιμοποιείται  για κάθε μέρος του οργάνου και τι ιδιότητες πρέπει να έχουν;  Που τα βρίσκετε;
     Τα ξύλα που χρησιμοποιούμε για να φτιάξουμε λύρα είναι το έλατο, ο έβενος, το άγριο δαμάσκηνο, η σφενδάμη-κελεμπέκι, το κέδρο και η μουριά. Γενικά όλα τα ξύλα γίνονται λύρα αλλά συνήθως προτιμούμε αυτά. Το μόνο ξύλο που αγοράζω είναι υψηλής ποιότητας έλατο (ισόβενο) το οποίο δεν υπάρχει στην Ελλάδα και προέρχεται από Βόρειες χώρες. Το χρησιμοποιώ για να φτιάξω το καπάκι. Τα ξύλα τα κόβω αυστηρά ο ίδιος. Όλο το μυστικό είναι η επεξεργασία του ξύλου (στην προεργασία που θα κάνεις στα ξύλα). Δεν προμηθεύομαι ξύλα από πουθενά, πάω μόνος μου και τα κόβω. Επιλέγω τα ξύλα. Παίζει μεγάλο ρόλο ο τρόπος με τον οποίο μεγάλωσε το δέντρο. Που ζούσε δηλαδή, το μικροκλίμα του. Αν ήταν προσήλιο, ξερικό, σε τι έδαφος μεγάλωσε. Προτιμώ να είναι πάνω σε πέτρες φυτρωμένο, να είναι βασανισμένο, γιατί μεγαλώνει αργά και η μοριακή διάταξή του μέσα είναι πιο σφιχτή, πιο συμπαγής. Έχει καλύτερη ακουστική, καλύτερες παλμικές δονήσεις, είναι πιο ατσαλωμένο. Θέλω ξύλα που να μην  είναι όλκιμα κι ελατά, να μην είναι ξύλα που λυγάνε. Το όργανο όταν παίζεις δονείται. Θέλουμε το ξύλο να μην απορροφάει τους κραδασμούς, γι’ αυτό και δεν επιλέγουμε μαλακά ξύλα. Θέλουμε να ταλαντώνεται το ξύλο μαζί με τις χορδές (ατσαλοειδή ξύλα). Να συντονίζεται το όργανο. Τώρα τι ξύλα χρησιμοποιώ σε κάθε μέρος του οργάνου όταν μιλάμε για ένα κομματιαστό όργανο. Στην ταστιέρα και τον κορδοστάτη χρησιμοποιώ έβενο, γιατί δέχονται μεγάλες δυνάμεις κι ο έβενος είναι ανθεκτικό ξύλο. Το ίδιο ξύλο χρησιμοποιώ και στα κλειδιά όταν δεν τα κάνω μηχανικά, αλλά παραδοσιακά. Στο καπάκι είπαμε ότι χρησιμοποιώ ισόβενο. Στα υπόλοιπα μέρη χρησιμοποιώ τα ξύλα που είπαμε στην αρχή. Στο δοξάρι τώρα, χρησιμοποιούμε πάλι ξύλο το οποίο είναι ατσαλοειδές (γερό και σφιχτό), ελαφρύ κι ανθεκτικό. Συνήθως είναι οξιά, σφενδάμη, έλατο και λεύκα. Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ξεραίνω τα ξύλα. Όλο το μυστικό για μια πετυχημένη λύρα είναι το ξέραμα των ξύλων. Ο κάθε οργανοποιός έχει τον δικό του τρόπο να το κάνει και θεωρώ ότι είναι προσωπικός.

    Περιγραφή των διαφόρων φάσεων για την κατασκευή του οργάνου.
      Αφού ξεράνουμε τα ξύλα (μιλάμε πάντα για ένα κομματιαστό όργανο) κόβουμε τις πλευρές του οργάνου, τα κομμάτια του οργάνου. Το κεφάλι για παράδειγμα, μετά τις πλευρές απ’ το ηχείο, το κάτω σημείο του οργάνου. Το κάτω σημείο με το κεφάλι έχουν το ίδιο ξύλο. Τις πλευρές τις κόβουμε φέτες. Αφού τα κάνουμε κατάλληλη προεργασία (πόσα χιλιοστά τα θέλουμε, τριμμένα), τότε αρχίζουμε το μοντάρισμα. Τα χιλιοστά είναι κατά προσέγγιση, όχι στάνταρ (κοντά στα 4 χιλιοστά). Τοποθετούμε κόλλα και αρχίζουμε. Πρώτα κολλάμε το κεφάλι στην πλάτη του οργάνου. Μετά κολλάμε το κάτω σημείο κι ύστερα τις πλευρές. Αφού φτιάξουμε το ηχείο δημιουργούμε υποδομή για να κολλήσουμε το καπάκι. Το κολλάμε και το δίνουμε μια κλίση (μια καμπύλη), με φινίρισμα εννοείται, με γυαλόχαρτα, λίμες κλπ. Αρχίζουμε μετά να κάνουμε τις τρύπες, τις οπές του οργάνου βάσει σχεδίου που έχουμε. Φτιάχνουμε τις τρύπες για τα κλειδιά(πάνω), αφού ανοίξουμε πίσω στο κεφάλι μια μεγάλη τρύπα με τρυπάνι και σκαρπέλα χειρός. Κατασκευάζουμε τα κλειδιά. Τα κάνουμε στον τόρνο και στο χέρι. Τα διαμορφώνουμε αναλόγως τη μορφή που θέλουμε να τα δώσουμε. Φτιάχνουμε και το παλικάρι. Ανοίγουμε κι εκεί τρείς μικρές τρύπες για να περάσουν οι χορδές (με πολύ ψιλό τρυπανάκι). Αφού βάλουμε το καπάκι κι έχουμε ανοίξει τις τρείς οπές (ρουθούνια), μετά φτιάχνουμε τις τρείς τρύπες για τα’ αυτιά, τις τρείς τρύπες για να βγουν οι χορδές, ανοίγουμε το κεφάλι, κολλάμε την ταστιέρα και μετά μοντάρουμε. Βάζουμε τα κλειδιά, τον καβαλάρη και περνάμε την ψυχή η οποία κοντράρει στην πλάτη και στο καπάκι. Χωρίς την ψυχή το όργανο είναι «πεθαμένο». Βάζουμε τις χορδές κι αφού τελειώσουμε, δοκιμάζουμε και κάνουμε τα’ απαραίτητα διορθώματα. Πρέπει να ρεγουλάρεις το όργανο ώστε να το φέρεις στο μέγιστο βαθμό απόδοσής του. Αυτό γίνεται μετακινώντας τον καβαλάρη και την ψυχή, και τρίβοντας το καπάκι. Φτιάχνεις την απόσταση από τις χορδές στην ταστιέρα έτσι ώστε το όργανο να μην είναι ούτε πολύ μαλακό ούτε πολύ σκληρό(τρώγοντας τον καβαλάρη). Η απόσταση του καβαλάρη με το κεφάλι είναι συγκεκριμένη, 32-33 πόντους. Γενικά όλες οι τρύπες του οργάνου έχουν συγκεκριμένη απόσταση (σ’ όλες τις λύρες το ίδιο). Η απόσταση του κορδοστάτη από τις χορδές δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 6 πόντους, ούτε να είναι κάτω από 3. Έχει να κάνει με τον εφελκυσμό της χορδής. Συνολικά το όργανο έχει 12 οπές. Τέλος, το δοξάρι. Αποτελείται από το στέλεχος (το ξύλο). Οι τρίχες είναι από ουρά αλόγου. Τις φυτεύουμε στη μύτη του δοξαριού με μια σφήνα (ξύλο) και με κόλλα. Μετά φτιάχνουμε το χερούλι. Το χερούλι το φτιάχνεις με μια λωρίδα πανιού τυλιγμένη (για να είναι μαλακό), και το εξωτερικό μέρος είναι δέρμα. Είναι σαν αφρολέξ. Έπειτα δένεις την τρίχα μέσα στο πανί χρησιμοποιώντας και κόλλα. Δε θέλουμε οι τρίχες να είναι πολύ τεντωμένες όπως στο βιολί. Πρέπει να είναι λίγο τεντωμένες. Διαμορφώνουμε τις τρίχες έτσι ώστε να είναι «πλακέ», για να πιάνουν όσο γίνεται περισσότερες τρίχες επάνω στις χορδές. Ακόμη έχει σημασία και η κατανομή βάρους του δοξαριού. Το κέντρο βάρους δεν πρέπει να είναι στο κέντρο του δοξαριού αλλά λίγο κοντά στο χέρι.  Όχι πολύ κοντά όμως. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουμε να είναι σταθερό και να μη «χοροπηδάει» πάνω στις χορδές.

    Τι εργαλεία χρησιμοποιείτε κατά τη διάρκεια της κατασκευής;

     Τα εργαλεία που χρησιμοποιώ είναι τα εξής:
1.Νιστέρι-φαλτσέτα
2. Διάφορα κοπίδια για να πελεκάς το ξύλο


    
    
3. Γυαλόχαρτα
4. Λίμες ξύλου
   
    
5. Κορδέλα (κόβει και δίνει σχήμα στο ξύλο)
  
  6. Τριβείο Ιμάντα
  

7. Πλάνη-Ξεχονδριστήρας (κάνει λείο το ξύλο)

8. Τόρνος για τα κλειδιά

9. Ταπογυαλοχαρτιέρα

10. Σταθερό Δράπανο (για μεγάλες τρύπες)



    Τι κόλλες χρησιμοποιείτε;
      Χρησιμοποιώ ξυλόκολλα. Ότι καλύτερο υπάρχει στην αγορά. Χρησιμοποιώ μια κόλλα από Αγγλία που θεωρώ ότι είναι η καλύτερη. Σ’ ένα κομματιαστό όργανο η κόλλα δεν πρέπει να δημιουργεί μόνωση αλλά να είναι σκληρή.

   Ποιόν τρόπο χρησιμοποιείτε για να δέσετε το όργανο ώστε να κολλήσει;
    Βάζω κόλλα και σφίγγω τα κομμάτια με το μαραγκοσφυχτήρα.

   Βάφετε ή βάφατε παλιότερα κάποια τμήματα του οργάνου; Με ποιόν τρόπο;
     Το όργανο το βάφω αφού το μοντάρω και πριν το ρεγουλάρω. Χρησιμοποιώ υδατοδιάλυτα χρώματα. Το βάψιμο γίνεται σε δύο στάδια. Στο 1ο στάδιο βάφω τα κομμάτια που θέλω με το χέρι (χρησιμοποιώντας σφουγγάρι, όχι πινέλο).Κατά το 2ο στάδιο περνάω ένα λούστρο με πιστόλι το οποίο δημιουργεί μια επίστρωση προστασίας.

   Χρησιμοποιείται και γομαλάκα;
     Και γομαλάκα χρησιμοποιώ (με βαμβάκι όμως). Η βερνίκι ή γομαλάκα. Απλά τώρα υπάρχουν βερνίκια πολύ καλύτερα από τη γομαλάκα, πιο ανθεκτικά γι’ αυτό και χρησιμοποιώ βερνίκι. Αν θέλω να το κάνω πιο «παραδοσιακό» το όργανο περνάω γομαλάκα. Βερνίκι περνάς μετά το βάψιμο. Γομαλάκα μπορείς να περάσεις και χωρίς να το βάψεις. Το καπάκι δεν το βάφεις, το τρίβεις.

   Πόσο χρόνο παίρνει η κατασκευή του οργάνου;
     Αν κάνω τις εργασίες τη μία μετά από την άλλη θα μου πάρει 14 ώρες. Δεν το κάνω ποτέ όμως αυτό γιατί κάποια πράγματα πρέπει να κάτσουν. Όταν για παράδειγμα κολλάνε τα κομμάτια το όργανο πρέπει να κάτσει έτσι ώστε να εκμηδενιστούν οι τάσεις του ξύλου. Μιλάμε για όργανο, όχι για έπιπλο. Δεν είναι ένα άψυχο πράγμα. Επίσης παίζει μεγάλο ρόλο η ψυχολογία που θα έχει ο οργανοποιός όταν θα φτιάχνει το όργανο. Αυτό έχει αντίκτυπο στο πόσο καλό θα βγει το όργανο.

   Ποια είναι η ετήσια παραγωγή σας;
      Ετησίως φτιάχνω γύρω στα 50 όργανα.

   Πόσο πουλάτε;
     Τώρα πουλάω πιο πολύ γιατί παλιότερα δεν ήταν η κύρια δουλειά μου. Δε μου μένει καμιά λύρα πάντως.

   Ασχολείστε με το τουριστικό εμπόριο;
     Όχι δε φτιάχνω λύρες διακοσμητικές. Φτιάχνω όργανα μόνο για παίκτες. Τα όργανά μου όμως δε διαφέρουν σαν κατασκευή πολύ μεταξύ τους. Το κύριο μέρος της λύρας είναι το ίδιο είτε προορίζεται για έναν αρχάριο είτε για ένα επαγγελματία. Ο ήχος ας πούμε είναι ο ίδιος. Απλά σε έναν επαγγελματία βάζω κάψα, μηχανικά κλειδιά κλπ.

   Διακοσμείτε τα όργανα που φτιάχνετε; Τα υπογράφετε;
    Η διακόσμηση που χρησιμοποιώ είναι η παραδοσιακή. Από κει και πέρα εάν ο πελάτης ζητήσει κάτι συγκεκριμένο το κάνω. Όσον αφορά την υπογραφή, όχι δεν υπογράφω τα όργανά μου κι ίσως αυτό να είναι λάθος, αλλά όσοι ξέρουν από λύρες καταλαβαίνουν τα όργανά μου μόλις τα δουν κατ’ ευθείαν.

   Επισκευάζετε τα όργανα; Πόσο κοστίζει;
    Ναι φυσικά επισκευάζω. Η επισκευή είναι μια μίνι ανακατασκευή του οργάνου. Μπορεί κάποιες φορές να κοστίσει όσο το μισό του συνολικού κόστους μιας λύρας.

   Το εργαστήριο του ερωτούμενου ήταν ένα παλιό σπίτι στον Τριπόταμο Βεροίας. Το χρησιμοποιεί καθαρά σαν εργαστήριο. Είναι υπερσύγχρονο (ίντερνετ, μηχανήματα, θέρμανση) κι ευρύχωρο.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.     Ανωγειανάκης Φ., 1991, Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα (Αθήνα: Μέλισσα)
2.     Σταύρος Καρακάσης., 1970 Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα (Αθήνα: Δίφρος)

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Tα όργανα φορείς νοημάτων

«ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΦΟΡΕΙΣ ΝΟΗΜΑΤΩΝ»




     Στα πλαίσια του μαθήματος «Ελληνικά μουσικά όργανα», ανατέθηκε σε κάθε φοιτητή να κάνει μια μικρή «εθνογραφία αντιλήψεων» για ένα όργανο της επιλογής του. Αυτή η έρευνα έγινε μέσω τεσσάρων συνεντεύξεων από άτομα διαφόρων ηλικιών αλλά, και των δύο φύλων, και χρησιμοποιώντας ένα ερωτηματολόγιο που συντάχτηκε σε συνεργασία με τη διδάσκουσα και περιελάμβανε τέσσερα ερωτήματα. Το όργανο με το οποίο ασχολήθηκα εγώ ήταν το παραδοσιακό Κλαρίνο. Η επιλογή των ερωτώμενων έγινε βάση ηλικίας. Σκόπιμα επέλεξα να πάρω συνεντεύξεις από άτομα διαφόρων ηλικιών, δύο κορίτσια (δεκατέσσερα και εικοσιένα) και δύο άντρες μεσήλικες (σαράντα οκτώ κι εξήντα αντίστοιχα), έτσι ώστε να μπορώ να έχω μια πλήρη γκάμα πληροφοριών (ανάλογα με το φύλο, την ηλικία, τις γνώσεις που είχε ο καθένας, τα βιώματα κλπ.) όπως και μια ολοκληρωμένη άποψη γύρω από το θέμα. Γενικός στόχος της έρευνας ήταν (περισσότερο) η ανάδειξη της κοινωνικής/πολιτισμικής υπόστασης του κλαρίνου, παρά η έρευνα για τεχνικά στοιχεία όπως κατασκευή, τεχνική παιξίματος κλπ.
    Παρακάτω παρατίθενται αποσπάσματα από γραπτά ξένων εθνομουσικολόγων που αναδεικνύουν τη θέση των μουσικών οργάνων μέσα στην κοινωνία.


Έχοντας κατά νου την κοινωνικο-πολιτισμική άνοδο του μπουζουκιού, δεν είναι τυχαίο που το 1966 ο εξαιρετικά δημοφιλής δεξιοτέχνης Γιώργος Ζαμπέτας (1925-1992) φωτογραφήθηκε με το όργανό του με φόντο την Ακρόπολη, δημιουργώντας έτσι μυθικούς συσχετισμούς με το κλασσικό, το τέλειο, το αχρονικό και το καθαρά ελληνικό (βλ. Κλειασίου 1997: 305). Στη δεκαετία του 1960, τα μπουζούκια διακοσμούνταν συχνά με τα ίδια αρχαϊκά μοτίβα που έκαναν την εμφάνισή τους, μαζί με απομιμήσεις αρχαίων αντικειμένων, σε ελληνικά τουριστικά εστιατόρια και σε εξώφυλλα δίσκων, ειδικά αυτών που προορίζονταν για τουριστική κατανάλωση (βλ. π.χ. Πετρόπουλος 1979: 323, 523, 665 Κλειασίου 1997: 264-265, 416, 430). Τέτοιου είδους συσχετισμοί υπονοούσαν τις αρχαίες ρίζες του μπουζουκιού και του ελληνικού λαϊκού ρεπερτορίου (πρβλ. Gauntlett 1991β: 8).
                                                                                       
                                                                 (Pennanen 2009: 76)

   Είναι η πρώτη φορά που ένα μουσικό όργανο γίνεται εθνικό σύμβολο και ταυτίζεται μ' ένα ολόκληρο έθνος. Η παραπάνω πηγή μας δείχνει ότι αυτό ακριβώς κατάφερε ο Ζαμπέτας. Το μπουζούκι και το ρεπερτόριο που αντιπροσώπευε ήταν πλέον μέρος της καθημερινότητας και μέσον έκφρασης του λαού. 

Άραβες της εγγύς Ανατολής περιγράφουν τη δύναμη του mijwizin  με ποικίλους τρόπους. Πολλοί αναφέρουν ότι όταν το ακούν χάνουν τις αναστολές τους και αισθάνονται μια συντριπτική επιθυμία να χορέψουν. Άλλοι περιγράφουν τις ζωντανές αναμνήσεις τους από την αγροτική ζωή, τα πρώιμα εφηβικά τους χρόνια, τους ταραχώδεις γάμους του χωριού, τα αισθησιακά τραγούδια αγάπης, τον ξέφρενο και αυτόβουλο χορό, την παθιασμένη απόλαυση στο πανηγύρι. Για κάποιους ο ήχος του mijwizin επικαλείται μια κατάσταση ευφορίας και ψυχολογικού μετασχηματισμού και φέρνει στο νου αισθήσεις που προκύπτουν από την εκτεταμένη κίνηση του σώματος και […].

                                                                        (Racy 1994: 50)

    Φαίνεται ξεκάθαρα οτι το συγκεκριμένο όργανο συμβάλει στην  ηθική και σωματική απελευθέρωση του ακροατηρίου. Είναι μέρος της ζωής τουςκι όπως είπαμε και παραπάνω, κύριο μέσο έκφρασης.  
Οι ηχογόνες συσκευές που ονομάζουμε μουσικά όργανα είναι βαθιά ενσωματωμένα σε τοπικούς μουσικούς πολιτισμούς (cultures) ανά τον κόσμο. Παράλληλα, είναι κομμάτι της παγκόσμιας πολιτισμικής διακίνησης, στα πλαίσια της οποίας είναι δυνατό να μεταφερθούν και να «επανεντοπιστούν» (στα χέρια μουσικών, τουριστών, συλλεκτών, επιμελητών, μουσείων κλπ.).

                                                                    (Dawe 2003: 274)

Εδώ πάλι αποδεικύεται οτι το όργανα αποτελούν μέρος του πολιτισμού ενός λαού.

   

    Με βάση τις ελληνικές οργανολογικές πηγές παρακάτω παραθέτονται αποσπάσματα από Έλληνες μουσικολόγους.



Η διττή φύση της μουσικής, ως πολιτισμικού φαινομένου με δομή και λειτουργία, παρουσιάζεται με έμφαση ιδιαίτερα στις τελευταίες εθνομουσικολογικές έρευνες. Η μουσική σύνθεση, που δημιουργήθηκε από τον άνθρωπο και εκτελείται σ’ ένα δεδομένο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, αντιμετωπίζεται πράγματι από τους σύγχρονους μουσικολόγους ως μέρος του συνόλου του πολιτισμού και πάντα σε σχέση με τα κοινωνικά συμφραζόμενα. Ακόμα, κατά την επιτόπια μουσική έρευνα λαμβάνονται υπόψη ιδιαίτερα στοιχεία για τους ακροατές ή τους εκτελεστές της μουσικής, όπως:

α. η φυσική συμπεριφορά των εκτελεστών και των ακροατών

β. η κοινωνική συμπεριφορά που περιβάλλει τη μουσική εκτέλεση

γ. οι κοινωνικές επιδράσεις που δέχεται και που ασκεί ο εκτελεστής σε μια δεδομένη κοινωνική κατάσταση.


                                                               (Γιωργούδης 2004: 69)



Πέρα όμως απ’ τους σοφούς δασκάλους, ο Μυτιληνιός έχει το τραγούδι και τη μουσική στο αίμα του. Κάνει τον πόνο και τη χαρά τραγούδι και τα διαλαλεί νύχτα και μέρα. Για κάθε κοινωνικό γεγονός, για κάθε περίσταση έχει στα χείλη του έτοιμο το τραγούδι και το εκφράζει με το σκοπό που του ταιριάζει. Παράλληλα με το φωνητικό τραγούδι, συνυπάρχουν οι σκοποί και τα τραγούδια που παίζονται με τη συνοδεία μουσικών οργάνων.

                                                                  (Κοφτερός 1998: 14)


Για τις αρχές των μουσικών οργάνων πολλές υποθέσεις-θεωρίες έχουν υποστηριχθεί. Σήμερα, η περισσότερο αποδεκτή θεωρία αναζητεί τις αρχές αυτές στις πρώτες μορφές του μαγικού-θρησκευτικού χορού. Χορός και μουσικό όργανο είναι στενά συνδεμένα στην καταγωγή τους. Το χτύπημα των χεριών (παλαμάκια), των ποδιών στο έδαφος, το χτύπημα του στήθους και των μηρών με τα χέρια, ο ήχος ποικίλων αντικειμένων […].

                                                                             
                                                      (Ανωγειανάκης 1991: 43-44)

    Ακόμη, ερευνώντας διάφορες πηγές, σε ηλεκτρονική μορφή (άρθρα εφημερίδων, περιοδικών κλπ.),  μπορεί κανείς να βρει αναφορές στο παραδοσιακό κλαρίνο και στο ρόλο που έχει μέσα στην κοινωνία. Συγκεκριμένα, ο Γιώργος Χαρωνίτης (δημοσιογράφος) σε άρθρο του στο Αθηνόραμα   επισημαίνει κάποια στοιχεία για το λαϊκό κλαρίνο σήμερα ( http://www.athinorama.gr/music/editorschoise/?edtId=12026). 


Το λαϊκό κλαρίνο και τα διαχρονικά ταξίδια του…
Η ελληνική δημοτική μουσική, παρά τις όποιες τεχνολογικές "εξελίξεις" ή τις αναπόφευκτες κοινωνικές / πολιτικές αλλοιώσεις, εξακολουθεί να βρίσκεται στον πυρήνα της γνήσιας λαϊκής ψυχαγωγίας και μέσα από αυτή την μουσική - στις πολλαπλές τοπικές μορφές της - ποιείται ήθος ακόμα και στις μέρες μας. Με ένα παρόμοιο σκεπτικό, ο εθνομουσικολόγος, καθηγητής και διευθυντής του Μουσείου Λαϊκών Οργάνων, Λάμπρος Λιάβας υλοποιεί μια σειρά από εκδηλώσεις με πρωταγωνιστές δεξιοτέχνες των λαϊκών μας μουσικών οργάνων. Η πρώτη συναυλία έχει θέμα το λαϊκό κλαρίνο και γίνεται την Τετάρτη, 9 Φεβρουαρίου, στο Μέγαρο Μουσικής (αίθ. Χρήστος Λαμπράκης). Ένα όργανο "ξένο", καθαρά δυτικό και κλασικό που όμως, από τις αρχές του 19ου αιώνα που τσιγγάνοι το διέδωσαν στην χώρα μας, έγινε ουσιαστικά ΤΟ σύμβολο της δημοτικής μας μουσικής…

                          Γιώργος Χαρωνίτης: Αθηνόραμα 01/02/2011

   Επίσης, ο γνωστός καλλιτέχνης και ερμηνευτής του κλαρίνου, Μάνος Αχαλινωτόπουλος, αναφέρει στην επίσημη ιστοσελίδα του (www.clarinet.gr) διάφορες πληροφορίες όσον αφορά την κοινωνική υπόσταση του οργάνου.
     Το μόνο που ξέρω είναι ότι η παράδοση που πρωτογνώρισα 9 χρονών παιδάκι κάνοντας δίπλα στον παππού μου τα πρώτα βήματα μου στο κλαρίνο, (μαθαίνοντας τότε μια γλώσσα που ήταν υπό διωγμό) δεν είναι - η γραία η ανέραστος η ημιθανής και εν αφασία τελούσα - με το σηκωμένο δασκαλίστικο δάχτυλο αλλά ήταν και παραμένει κορίτσι χαρμόλυπο, γεμάτο χυμούς, ολοζώντανο και αγαπητικό, που χορεύει ξυπόλυτο στο χώμα με μια διάθεση να αμαρτάνει και πάλι να μετανοεί , να ερωτεύεται, να εύχεται τη νόμιμη παράβαση για να ζει και να ανασαίνει, μια και καμία συγκεκριμένη οργανοχρησία, καμία τυπική ενορχήστρωση ή συγκεκριμένη μουσική μορφολογία δεν εξασφαλίζει την ουσία της (γνώρισα πολλούς γερόλυκους οργανοπαίχτες που την "Τσιτσόρνια" που έπαιζαν κλαρίνο, ακορντεόν και κιθάρα, παράδοση ήταν). Τώρα το κοπάδι των λύκων κρύβεται και η γλώσσα που ήταν  υπό διωγμόν είναι <<IN>> προφανώς λόγω της εξωτικολαγνείας.

Η Γιορτή
(θύμηση από τις πρωινές εκστατικές ώρες των πανηγυριών)

Δεκατέσσερις ώρες να φυσάς κλαρίνο
το οινόπνευμα να εξατμίζεται μέσα του και μέσα σου.
Έρωτας στην σκόνη,
ο χορός ανυψώνεται, οι αλήθειες τώρα λέγονται,
Όλοι τις ξέρουν, όλοι τις ήξεραν
μόνο που πρέπει κάποιος να τις τραγουδήσει.
Εκείνοι θα του πουν
και αυτός θα κρυφακούσει τη γη και εκείνους μαζί
και θα επιστρέψει το πρόσφορο
στην ΓΙΟΡΤΗ στην χαρά των ΟΛΩΝ.

    Τέλος, ο Πετρο-Λούκας Χαλκιάς σε συνέντευξή του με τίτλο «Το κλαρίνο δοξάζει το μεγαλείο της ψυχής» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Τι σας πειράζει περισσότερο;
Η αδιαφορία των νέων για την παράδοσή μας. Φοβάμαι μήπως χάσει τον δρόμο του ο εγγονός μου... Οι νέοι δεν αγαπούν τη παράδοση. "Τι νέος είσαι εσύ που παίζεις την Καραγκούνα;" του λένε οι συμμαθητές του. Είπα στα αστεία μια μέρα στον γιο μου, να μου δώσει το παιδί να πάμε μαζί να απομονωθούμε στο βουνό για κάνα δυο χρόνια και να μας φέρνει μόνο να τρώμε για να μην αφήσει ο εγγονός μου το κλαρίνο...

Τι σας βοηθάει και σας δίνει κουράγιο τόσα χρόνια;
Δεν ξέρεις πόσο μ' έχουν βοηθήσει τα βουνά της Ηπείρου στη μουσική μου... Όταν έφτιαξα τα ποιμενικά, πήγα εκεί κι έζησα στη φύση. Ανέβηκα - κατέβηκα τα βουνά, άκουσα τους ήχους από τα κουδούνια των κοπαδιών, το φύσημα του αέρα, τον αχό του ποταμού κι όλα αυτά τα έκανα ήχους. Συλλογιζόμουνα τη φύση κι έπαιζα... Κι οι παππούδες μας το ίδιο έκαναν. Έχυσαν το αίμα τους να κρατήσουν αυτόν τον τόπο και τα κατορθώματά τους έγιναν ήχοι τραγουδιών. Θα είμαι ευχαριστημένος να πεθάνω και να ξέρω ότι κάποιοι θα καταφέρουν να τα κρατήσουν ζωντανά. 
                                     (www.hotstation.gr, 27 Ιουνίου 2005)

     Επιπλέον, κρίνοντας από τις τέσσερις συνεντεύξεις που πήρα ο ίδιος, και οι τέσσερις ερωτώμενοι όταν ακούν τη λέξη κλαρίνο, αμέσως αυτό τους παραπέμπει σε πανηγύρι, γλέντι και χορό. Μάλιστα οι δυο μεσήλικες ανέφεραν και τους τσιγγάνους (γύφτους) οι οποίοι ήταν οι κύριοι ερμηνευτές παλιότερα (άλλωστε μην ξεχνάμε ότι μέσω αυτών ήρθε το κλαρίνο στην Ελλάδα, "To Λαϊκό Κλαρίνο στην Ελλάδα", Δέσποινα Μαζαράκη ). Στην ερώτηση που είχε να κάνει με το φύλο, και οι τέσσερις ερωτώμενοι απάντησαν ότι παίζει σημαντικό ρόλο, κι εκτός από έναν, όλοι οι άλλοι «συμφώνησαν» ότι δε θα ήθελαν να δουν γυναίκα να παίζει κλαρίνο για λόγους είτε αισθητικούς είτε ερμηνευτικούς. Στην τρίτη ερώτηση (προέλευση του κλαρίνου), οι μεσήλικες έδωσαν τις πιο σωστές απαντήσεις. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το μοιρολόι, όπου οι μικρές ηλικίες δεν αναγνώρισαν καν από ποια περιοχή είναι το κομμάτι που ακούγεται, ενώ οι άντρες με το πρώτο άκουσμα είπαν κατ’ ευθείαν τη λέξη "Ηπειρώτικο".
     Τέλος, όλα τα παραπάνω συνομιλούν κι έχουν πλήρη αντιστοίχηση με τις εθνομουσικολογικές πηγές που αναφέρθηκαν παραπάνω, καθώς και με μαρτυρίες γνωστών καλλιτεχνών και μη. Κατ’ αρχάς είπαμε ότι με τη λέξη κλαρίνο όλοι σκέφτονται αμέσως το γλέντι και τον χορό. Το ίδιο αναφέρει και ο RacyΠολλοί αναφέρουν ότι όταν το ακούν χάνουν τις αναστολές τους και αισθάνονται μια συντριπτική επιθυμία να χορέψουν»), όπως και ο ΑνωγειανάκηςΣήμερα, η περισσότερο αποδεκτή θεωρία αναζητεί τις αρχές αυτές στις πρώτες μορφές του μαγικού-θρησκευτικού χορού. Χορός και μουσικό όργανο είναι στενά συνδεμένα στην καταγωγή τους»). Ακόμη ένα στοιχείο για τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα του οργάνου και τη σύνδεσή του με τη διασκέδαση, είναι το άρθρο του ΧαρωνίτηΗ ελληνική δημοτική μουσική, παρά τις όποιες τεχνολογικές "εξελίξεις" ή τις αναπόφευκτες κοινωνικές / πολιτικές αλλοιώσεις, εξακολουθεί να βρίσκεται στον πυρήνα της γνήσιας λαϊκής ψυχαγωγίας και μέσα από αυτή την μουσική - στις πολλαπλές τοπικές μορφές της - ποιείται ήθος ακόμα και στις μέρες μας»). Δεύτερον, παρακάτω στις συνεντεύξεις τίθεται θέμα για την προέλευση του κλαρίνου (ήρθε στην Ελλάδα μέσω των τσιγγάνων). Ο Dawe αναφέρει χαρακτηριστικά «Οι ηχογόνες συσκευές που ονομάζουμε μουσικά όργανα είναι βαθιά ενσωματωμένα σε τοπικούς μουσικούς πολιτισμούς (cultures) ανά τον κόσμο. Παράλληλα, είναι κομμάτι της παγκόσμιας πολιτισμικής διακίνησης, στα πλαίσια της οποίας είναι δυνατό να μεταφερθούν και να «επανεντοπιστούν» (στα χέρια μουσικών, τουριστών, συλλεκτών, επιμελητών, μουσείων κλπ.)». Σύμφωνα με τις τέσσερις συνεντεύξεις το ίδιο ακριβώς συνέβη και με το κλαρίνο το οποίο ήρθε στην Ελλάδα μέσω μουσικών-τουριστών κλπ. Κλείνοντας θα ήθελα να πω ότι η ανησυχία του γνωστού Ηπειρώτη καλλιτέχνη Πετρο-Λούκα Χαλκιά για την αδιαφορία των νέων όσον αφορά την παράδοση, όπως διαφαίνεται μέσα στο άρθρο παραπάνω, έχει άμεση αντιστοίχηση με τις συνεντεύξεις όπου οι δύο απ’ τους τέσσερις ήξεραν πολύ λίγα για την παράδοση και μάλιστα για την Ηπειρώτικη μουσική.  
    
    






ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ


1η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ, ΜΑΡΙΑ, ΕΤΩΝ: 14, ΜΑΘΗΤΡΙΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ.
 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
        1. Όταν ακούς κάποιον να παίζει κλαρίνο, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό; Πού σε παραπέμπει αυτή η μουσική;

     Αναλόγως το είδος της μουσικής. Αν παίζει βλάχικα θα μου έρθει στο μυαλό το πανηγύρι και το γλέντι, αν παίζει έντεχνα θα με γυρίσει σε άσχημες εικόνες επειδή είναι πολύ χαλαρωτικό. Αν δω μόνο ένα κλαρίνο χωρίς να ακούσω κάτι, το συνδέω με την ποντιακή μουσική.

         2. Πιστεύεις ότι παίζει ρόλο το φύλο στην ερμηνεία του κλαρίνου; (στην Ελλάδα εννοείται). Θα ήθελες να δεις μια γυναίκα να παίζει κλαρίνο;

     Ναι πιστεύω ότι παίζει ρόλο. Βασικά πιστεύω ότι το κλαρίνο αντιστοιχεί καθαρά σε άντρες, όπως είναι και το ποδόσφαιρο. Δε θα ήθελα να ακούσω ή να δω γυναίκα να παίζει κλαρίνο.

         3. Γνωρίζεις αν το κλαρίνο είναι ελληνικό όργανο; Αν όχι τότε ποια είναι η προέλευση του; Το θεωρείς ελληνικό;

   Το κλαρίνο εφευρέθηκε στην Ελλάδα. Ναι, το θεωρώ ελληνικό.

        4. Θα σου βάλω να ακούσεις κάτι και θέλω να μου πεις, αν ξέρεις βέβαια, τι είναι και από ποια περιοχή (ακούγεται ένα ηπειρώτικο Μοιρολόι από τον Τάσο Χαλκιά).

   Δε γνωρίζω τι είναι. Ίσως να είναι τούρκικο. Αν είναι ελληνικό τότε θα έλεγα ότι ίσως είναι από τη Θράκη.


2η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΕΛΠΙΔΑ, ΕΤΩΝ: 21, ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
  1. Αν επέλεγες να ακούσεις κλαρίνο, ποιο είδος μουσικής θα προτιμούσες;
   Θα άκουγα κλαρίνο όταν παίζει μαζί με τα χάλκινα. Βασικά δε μπορώ καθόλου τα Ηπειρώτικα. Αλλά γενικά όταν πετυχαίνω εκπομπές με παραδοσιακά στο ραδιόφωνο τα ακούω, δεν έχω πρόβλημα.

          2. Πιστεύεις ότι παίζει ρόλο το φύλο στην ερμηνεία του κλαρίνου; (στην Ελλάδα εννοείται). Θα ήθελες να δεις μια γυναίκα να παίζει κλαρίνο;

     Δεν το είχα σκεφτεί αλλά μάλλον παίζει. Υπάρχει μια προκατάληψη γενικά όσον αφορά τα μουσικά όργανα σε σχέση με το φύλο. Θα με παραξένευε αν έβλεπα μια γυναίκα να παίζει κλαρίνο αλλά δε νομίζω ότι θα με πείραζε.



      3.  Γνωρίζεις αν το κλαρίνο είναι ελληνικό όργανο; Αν όχι τότε ποια είναι η προέλευση του; Το θεωρείς ελληνικό;


     Δε γνωρίζω την προέλευσή του αλλά δε νομίζω να κατασκευάστηκε εδώ στην Ελλάδα. Δεν το θεωρώ ελληνικό όργανο, έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα και όλοι δοκιμάζουν διάφορα και πειραματίζονται. Σίγουρα είναι πολύ ελληνικό, έχει μια ιστορία εδώ πέρα αλλά δεν είναι μόνο σ’ αυτή τη χώρα. Λόγω της εξέλιξης των μουσικών η μια χώρα δανειζόταν από την άλλη στοιχεία και μουσικά όργανα (μηχανισμούς κλπ.).

        4. Θα σου βάλω να ακούσεις κάτι και θέλω να μου πεις, αν ξέρεις βέβαια, τι είναι και από ποια περιοχή (ακούγεται ένα ηπειρώτικο Μοιρολόι από τον Τάσο Χαλκιά).


     Κλαρίνο παίζει αλλά δεν ξέρω ακριβώς τι είναι και από ποια περιοχή. Τώρα όμως με προβλημάτισες πάρα πολύ, γιατί μαθαίνω τόσα πολλά πράγματα για άλλες μουσικές, όχι ελληνικές, και μόλις συνειδητοποίησα ότι για την παραδοσιακή μουσική δε γνωρίζω τίποτα, ενώ μ’ αρέσει πολύ, την αγαπώ κι έχω βιώματα.   


3η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΚΩΣΤΑΣ, ΕΤΩΝ: 48, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
       1. Όταν ακούς τη λέξη κλαρίνο, ποια εικόνα σου έρχεται πρώτη στο μυαλό και ποιο είδος μουσικής;
    

     Πανηγύρι στην Ήπειρο, ηπειρώτικη μουσική. Ταυτόχρονα βέβαια, επειδή έχω γυρίσει και σε άλλα μέρη, κλαρίνο έχω ακούσει και στη Δυτική Μακεδονία, και στην περιοχή από  τη Γουμένισσα (τσιγγάνοι)  μέχρι και τα χωριά της Αριδαίας, κι έχω συνειδητοποιήσει ότι παίζουν διάφορα είδη μουσικής με πολύ ενδιαφέροντα ακούσματα.

    
       2. Πιστεύεις ότι παίζει ρόλο το φύλο στην ερμηνεία του κλαρίνου; (στην Ελλάδα εννοείται). Θα ήθελες να δεις μια γυναίκα να παίζει κλαρίνο; 

     Ναι πιστεύω ότι παίζει ρόλο το φύλο. Αλλιώς θα νοιώσει κάποια πράγματα ένας άντρας κι αλλιώς μια γυναίκα. Είναι διαφορετικά τα βιώματα. Όλα παίζουν ρόλο, το πώς μεγαλώνει κάποιος, με ποιους συναναστρέφεται κλπ. Δε θέλω να ξεχωρίσω τα φύλα ούτε να πω ότι είναι καλύτερος ο άντρας ή η γυναίκα, απλά εγώ θα προτιμούσα ν’ ακούσω άντρα να παίζει κλαρίνο. Παρ’ όλα αυτά δε θα είχα πρόβλημα να δω γυναίκα να παίζει κλαρίνο, μάλιστα έχω δει, είναι όμως πολύ σπάνιο. Απλά είναι διαφορετική η ενέργεια.


        3. Γνωρίζεις αν το κλαρίνο είναι ελληνικό όργανο; Αν όχι τότε ποια είναι η προέλευση του; Το θεωρείς ελληνικό;

     Όχι το κλαρίνο δεν το θεωρώ ελληνικό όργανο. Είναι βαυαρικής προέλευσης.


        4. Θα σου βάλω να ακούσεις κάτι και θέλω να μου πεις, αν ξέρεις βέβαια, τι είναι και από ποια περιοχή (ακούγεται ένα ηπειρώτικο Μοιρολόι από τον Τάσο Χαλκιά).

     Είναι Ηπειρώτικο, δεν ξέρω ακριβώς όμως τι.  



4η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΑΝΤΩΝΗΣ, ΕΤΩΝ: 60, ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
       1. Όταν ακούς τη λέξη κλαρίνο, ποια εικόνα σου έρχεται πρώτη στο μυαλό και ποιο είδος μουσικής;

     Το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ένας μαύρος, ένας γύφτος. Και αυτό γιατί παλιά κλαρίνο έπαιζαν πιο πολύ οι γύφτοι, μην κοιτάς τώρα που εσείς οι πιτσιρικάδες ασχολείστε μ’ αυτό. Αλλά το γύφτος το λέω με την καλή έννοια γιατί οι γύφτοι είναι άριστοι μουσικοί. Τώρα όσον αφορά το είδος από τη στιγμή που είμαστε στην Ελλάδα, το κλαρίνο έχει ταυτιστεί με τα Δημοτικά τραγούδια (τσάμικα, καλαματιανά). Έτσι το γνώρισα εγώ από μικρός το κλαρίνο. Από ‘κει και πέρα μπορώ ν’ ακούσω και άλλα είδη μουσικής με κλαρίνο.


       2. Πιστεύεις ότι παίζει ρόλο το φύλο στην ερμηνεία του κλαρίνου; (στην Ελλάδα εννοείται). Θα ήθελες να δεις μια γυναίκα να παίζει κλαρίνο;

     Ναι σαφώς. Δε νομίζω ότι μια γυναίκα θα μπορούσε ν’ αποδώσει όπως ένας άντρας στα δημοτικά και στα υπόλοιπα είδη μουσικής, αν και σπάνια βλέπεις μια γυναίκα να παίζει κλαρίνο. Κι εγώ προσωπικά δε θα ήθελα να δω, δε θα μου άρεζε σαν παρουσία (αισθητικά). Αν και σε συμφωνικές ορχήστρες είναι πολύ ωραίο.


       3. Γνωρίζεις αν το κλαρίνο είναι ελληνικό όργανο; Αν όχι τότε ποια είναι η προέλευση του; Το θεωρείς ελληνικό;

     Το κλαρίνο δεν είναι ελληνικό όργανο, έχει κατασκευαστεί στην Ευρώπη. Και πάλι όμως μετά από τόσα χρόνια δεν το θεωρώ ελληνικό.      Όπως για παράδειγμα το μπουζούκι. Δε μπορεί να το διεκδικήσει κάποιος άλλος λαός, είναι καθαρά ελληνικό όργανο.


       4. Θα σου βάλω να ακούσεις κάτι και θέλω να μου πεις, αν ξέρεις βέβαια, τι είναι και από ποια περιοχή (ακούγεται ένα ηπειρώτικο Μοιρολόι από τον Τάσο Χαλκιά).

    Αυτό είναι Ηπειρώτικο. Δεν ξέρω ακριβώς πως λέγεται αλλά αυτό το άκουσμα το ταυτίζω με τον Πετρο-Λούκα Χαλκιά.




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.     Ανωγειανάκης Φ., 1991, Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα (Αθήνα: Μέλισσα)
2.     Γιωργούδης Π., 2004, Εθνομουσικολογία μεθοδολογία κι εφαρμογή (Αθήνα: Μεσόγειος)
3.     Dawe. K., 2003, “The cultural Study of Musical Instruments”, Στο Clayton, Martin, et al (επιμ.), The cultural Study of music, a critical introduction (NY: Routledge),
4.     Κοφτερός, Δημήτρης Β., 1998, Δοκίμιο για το ελληνικό σαντούρι (Αθήνα και Γιάννενα: Δωδώνη)
5.     Pennanen, Risto Pekka, 2009, «Οργανολογική εξέλιξη και επιτελεστική πρακτική του ελληνικού μπουζουκιού. Μέρος Α΄», Πολυφωνία 14: 38-91,
6.     Racy, Ali Jihad, 1994, “A Dialectical Perspective on Musical Instruments: The East Mediterranean Mijwiz, Ethnomusicology 38/1: 37-57.
      7.   Μαζαράκη, Δέσποινα, 1094, "Το λαϊκό Κλαρίνο στην Ελλάδα" (Αθήνα: Κέδρος) 

ΔΙΑΔΥΚΤΙΑΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

1.    Αθηνόραμα (http://www.athinorama.gr/music/editorschoice/?edtId=12026), «Το λαϊκό κλαρίνο και τα διαχρονικά ταξίδια του», Γιώργος Χαρωνίτης, 01/02.2011
2.  Μάνος Αχαλινωτόπουλος, επίσημο site http://www.clarinet.gr/words.html ,
3.  http://www.hotstation.gr/article678.html, Συνέντευξη Πετρο-Λούκα Χαλκιά με τίτλο «Το κλαρίνο δοξάζει το μεγαλείο της ψυχής», 27 Ιουνίου 2005.